Μυτιληνιές απολαύσεις
Μας ρωτούν πολλοί τι είναι αυτό που τόσο μας αρέσει στη Γέρα της Λέσβου και δυσκολευόμαστε να απαντήσουμε με μια φράση στα γρήγορα. Είναι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, είναι το ήρεμο τοπίο με τα ελαιόδεντρα και τον Κόλπο ή μάλλον όλα αυτά μαζί. Σίγουρα μας αρέσει και η ιδιαιτερότητα των κατοίκων, που άλλοι είναι απόγονοι πειρατών και άλλοι εμπόρων που συναλλάσσονταν με τα παράλια της Μικράς Ασίας και την σπουδαία Σμύρνη. Στη διατήρηση του τοπικού χρώματος βοηθάει και η απουσία τουριστών, που όσο ευπρόσδεκτοι κι΄ αν είναι (για να ικανοποιηθούν τα αρπαχτικά της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας) επηρεάζουν αρνητικά τον τοπικό χαρακτήρα.
Θα προσπαθήσω λοιπόν να αναφερθώ σε μερικά από τα ωραία μας και να προσκαλέσω μερικούς φίλους (δυο-τρεις, όχι πολλούς) στα μέρη μας για να απολαύσουν και αυτοί τέτοιες εμπειρίες. Αν φυσικά αυτά τους αρέσουν. Αν όχι η Μύκονος είναι πιο κοντά, ας πάνε εκεί.
Ένα βράδυ ήρθαν φίλοι από τη Μυτιλήνη στου «Δεσπότη» το ταβερνάκι με τη βεράντα δίπλα στη θάλασσα. Η Ελένη, μόλις άκουσε πόσο ήθελαν οι φίλοι να είναι κοντά στο κύμα, κατέβασε το τραπεζάκι μας στην αμμουδιά. Η κουβέντα είχε να κάνει με τα πολιτιστικά, την ποίηση και την πρόθεση να οργανωθεί ένα πολιτιστικό δρώμενο, μέσα σε έναν αρχαιολογικό χώρο. Περάσαμε τόσο ωραία που αποφασίσαμε να το ξανακάνουμε.
Την ιδιαίτερη Πανσέληνο του φετινού Αυγούστου απολαύσαμε στη Θερμή (μακριά από τη Γέρα αυτή τη φορά) με έναν διαλεχτό φίλο, στον αρχαιολογικό χώρο ενός παλαιολιθικού οικισμού, δίπλα στη θάλασσα, με ποίηση Ελύτη (όπως παντού στην Ελλάδα) και με μουσική βραδιά στη συνέχεια από ένα γκρουπ αγγλόφωνων τουριστών (στη Θερμή υπάρχουν τέτοιοι).
Έχει και ρεμπέτικες βραδιές η Γέρα. Μας άρεσε πολύ ένα συγκρότημα νέων παιδιών, με πολύ καλές φωνές και άριστο μπουζούκι, σε ένα στενό δρομάκι του Περάματος. Η μουσική μέχρι αργά τις πρώτες πρωινές ώρες με χορό στη μέση του δρόμου και κβάρα (δηλαδή πάρα πολλές) σαμπάνιες να ανοίγουν προς τιμή των χορευτών και οι φελλοί να προσγειώνονται στα γύρω μπαλκόνια.
Στην ονομαζόμενη «κάτω πλατεία» του Σκοπέλου (και ας είναι η ψηλότερα ευρισκόμενη από τις δύο) φάγαμε με μεγάλη παρέα, η οποία επέστρεψε από ανάβαση σε δυσπρόσιτο σημείο του γειτονικού βουνού, όπου επισκέφθηκαν ένα μνημείο για τα θύματα του εμφύλιου. Μας συνόδεψαν ένα μπουζούκι και μια κιθάρα με «Τραγούδια του Βουνού» εκείνης της εποχής του διχασμού. Ακολούθησε χορός στη μέση του δρόμου μπροστά στην πλατειούλα. Τα λίγα αυτοκίνητα και μηχανάκια περνούσαν διακριτικά και οι οδηγοί χαιρετούσαν γνωστούς και φίλους που τύχαινε να χορεύουν. Ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας – και μοναδικό γκαρσόνι – διέκοπτε κάθε λίγο την εξυπηρέτηση και χόρευε ή τραγουδούσε με την πετσέτα στην πλάτη, μαζί με τους θαμώνες και τους μουσικούς.
Ένα άλλο βράδυ ανταμώσαμε, με μεγάλη παρέα στο «Μάρμαρο», μια ταβέρνα κοντά στη θάλασσα. Μετά τα ουζάκια μας ακολούθησε μια μουσική βραδιά με τους φίλους, στην παραλία του εστιατορίου, με ποιήματα του βραβευμένου δις από την Ακαδημία, ποιητή και συγγραφέα Δημήτρη Νικορέντζου (1ος από αριστερά) και με μουσική από τον αριστοτέχνη κιθαρίστα Παναγιώτη Πελεκάνο (2ος από αριστερά) και συνοδεία κιθάρας από τον Τάκη, δίπλα στο λιμανάκι με τις βαρκούλες, μέχρι αργά τη νύχτα.
Αυτά είναι τα ωραία του χωριού μας, στη Γέρα της Λέσβου.
Θα στείλω και μια μετάφραση των παραπάνω και σε δυο-τρεις φίλους Γερμανούς, που δεν μπορούν ούτε να φανταστούν ότι μπορεί να βιώσουν τέτοια στις διακοπές τους. Σε αυτούς βέβαια που εκτιμούν όσο εμείς το κάτι άλλο από τα all inclusive ξενοδοχεία. Οι υπόλοιποι ας κάνουν τις διακοπές τους στο Jesolo, τη Mallorka ή την Ταϊλάνδη.
Λ.Κ.
Αγαπητε φιλε,
Αποψε μολις διαβαζω τις “Μυτιληνιες Απολαυσεις” και δεν
σου κριβω, πως τρεξανε τα σ α λ ι α μου, αφου δεν ημουνα
κοντα σας στο Σκοπελιανο τσιμπουσι, στου Δεσποτη ή στο
Μαρμαρο.
Γι΄αυτο πινω το καραφακι μου ξεροσφυρι -μια και μου λειπει
το ξεροψημμενο χταποδακι- στην υγεια σας!
Δημητρης Κεφαλιδης – Γερμανια