Περί δικαίου και αδίκου.
Το απόλυτο δίκαιο ποτέ δεν είναι αυτό που εκφράζουν τα δικαστήρια και η δικαιοσύνη. Αυτό είναι το επίκαιρο δίκαιο, το οποίο στηρίζεται στους νόμους, τους οποίους η εκάστοτε εξουσία ψηφίζει, ακολουθώντας τις σκοπιμότητες που την συμφέρουν κάθε φορά.
Έτσι τα δικαστήρια, στους τότε νόμους στηρίζονταν, όταν φυλάκιζαν και εξόριζαν τους κομμουνιστές. Μετά οι νόμοι εκείνοι καταργήθηκαν και αντικαταστάθηκαν από άλλους που οδήγησαν στην φυλακή τα στελέχη της Χ.Α.
Στο μεσαίωνα νόμοι και πάλι απαιτούσαν να ξεπαρθενεύουν τις κοπέλες των κολίγων οι φεουδάρχες, μια μέρα πριν τον γάμο τους. Νόμοι εξασφαλίζουν στα Αραβικά κράτη τον λιθοβολισμό όσων γυναικών τόλμησαν να ερωτευτούν εξωσυζυγικά, ενώ νόμοι επέβαλαν στην μεν Ινδία ελαφρές ποινές για βιασμό, στην δε Αμερική μέχρι και τη θανατική ποινή για το ίδιο αδίκημα.
Επί δεκαετίες δε (ίσως ακόμα και σήμερα) ένας μαύρος στις «δημοκρατικές» ΗΠΑ καταδικάζεται πολύ ευκολότερα και πολύ σκληρότερα από ότι ένας λευκός. Άλλωστε σε πολλές χώρες υπάρχει ακόμα η θανατική ποινή και σε άλλες όχι, ενώ ως ακραία περίπτωση πρέπει να θεωρηθεί η Βόρειος Κορέα, όπου ο παντοδύναμος δικτάτορας καταδικάζει σε απίστευτα βασανιστήρια και θάνατο όποιον δεν συμπαθεί, βάσει νόμων και πάλι.
Άπειροι τρόποι έχουν επινοηθεί για να προωθούνται νόμοι, βολικοί για τους εκάστοτε ιθύνοντες. Ακόμα και για την μη ισχύουσα θανατική ποινή, υπάρχει η δυνατότητα να επιβληθεί με άλλους τρόπους. Πχ αφήνοντας έναν φυλακισμένο χωρίς ιατρική περίθαλψη ή, όπως λέει ο Μπρεχτ : «Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να σκοτώσεις έναν άνθρωπο. Μπορείς να τον μαχαιρώσεις στην κοιλιά, να του αρπάξεις το ψωμί απ’το στόμα, να μην τον γιατρέψεις από την ασθένεια που πάσχει, να τον βάλεις σε μια άθλια κατοικία, να τον εξοντώσεις βάζοντάς τον να δουλεύει μέχρι θανάτου, να τον οδηγήσεις στην αυτοκτονία, να τον στείλεις στον πόλεμο. Λίγοι μόνο απ’αυτούς τους τρόπους είναι απαγορευμένοι στο κράτος μας.»
Στις δυτικές δημοκρατίες συνηθισμένοι τρόποι επιβολής νόμων είναι η εξάρτηση των βουλευτών από τους αρχηγούς των κομμάτων, ο φόβος της διαγραφής διαφωνούντων από το κυβερνών κόμμα, ενώ με την κατάλληλη προετοιμασία της κοινής γνώμης από τα ΜΜΕ, γίνονται αποδεκτά ακόμα και άδικα νομοθετήματα από τους πολίτες.
Πρόσφατο παράδειγμα η πλύση εγκεφάλου των τηλεθεατών από συγκεκριμένα κανάλια, τα οποία επί μέρες, ακόμα και εβδομάδες, βομβάρδιζαν με φιλμ που επαναλαμβάνονταν αδιάκοπα, για τη δράση της Χ.Α. ώστε να δημιουργηθεί το επιθυμητό κλίμα. Το ίδιο βιώσαμε με αναφορές Χριστουγεννιάτικα στο σκάνδαλο Τομπούλογλου, ώστε να ακολουθήσει αυθημερόν η απόλυσή του από κάθε θέση, πριν ακόμα αποφανθεί η δικαιοσύνη. Το θέμα αυτό μοιάζει να μην πρέπει να ξεχαστεί μέχρι την δίκη και έτσι αναθερμάνθηκε πρόσφατα, δύο μήνες μετά, από μεγάλη ημερήσια εφημερίδα, με επανάληψη των γνωστών φωτογραφιών και ολοσέλιδο άρθρο, που δεν προσέφερε τίποτα νεότερο.
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο, αν παρότι η Δικαιοσύνη, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, απεικονίζεται με δεμένα μάτια, στην πραγματικότητα να μην μπορεί να λειτουργήσει όσο δεν γνωρίζει ποιος ακριβώς είναι ο κατηγορούμενος. Σύμφωνα άλλωστε και με ένα διδακτορικό αμερικανίδας για τη δικαιοσύνη στην Ελλάδα, δεν δικάζεται εδώ η πράξη όσο το άτομο που την διέπραξε. Έτσι για κλοπή ενός κοσμήματος ο γύφτος και το κλεφτρόνι καταδικάζονταν σε μεγάλες ποινές, ενώ ο αξιότιμος επώνυμος που έχει υφαρπάξει ολόκληρες περιουσίες απολαμβάνει ενίοτε κατανόησης και μικρές ποινές. Αλλά και στις ΗΠΑ θυμάμαι ότι έλεγαν, πως κανείς δεν μπαίνει στη φυλακή, αν έχει περιουσία από 1 εκατομμύριο δολάρια και πάνω.
Απόλυτα χαρακτηριστική και μια επισήμανση του Ν. Σαραντάκου, ότι στη δίκη του Μενέλαου Λουντέμη, σχετικά με τα ανατρεπτικά, προδοτικά βιβλία του, ο συνήγορός διάβασε ένα ποίημα, το οποίο ο κατήγορος, ο μάρτυρας και ο πρόεδρος του δικαστηρίου εύκολα διαπίστωσαν ότι ήταν έργο εχθρού της Πατρίδας, που θα έπρεπε να καταδικαστεί για εσχάτη προδοσία και να κρεμαστεί. Το ποίημα όμως τελικά απεδείθχη, ότι ήταν γνωστό έργο του εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά.
Όλα τα παραπάνω δεν μπορεί να θεωρηθούν απόλυτη δικαιοσύνη. Διότι αυτή στηρίζεται στην ισονομία όλων των ανθρώπων, σε ολόκληρη τη Γη, αλλά και στον περιορισμό των νομοθετημάτων της εξουσίας κάθε εποχής, από μια συνταγματική νομοθεσία γενικής αποδοχής, από τα ανθρώπινα δικαιώματα και από μια απόλυτη ηθική. Γιατί με νόμους της εποχής του απειλήθηκε ο Κοπέρνικος για τις αστρονομικές αλήθειες του, με νόμους έκαιγαν ζωντανές στην πυρά οι Πάπες, αθώες δήθεν μάγισσες, αλλά και βάσει κάποιας νομοθεσίας βασανίζονται σήμερα άνθρωποι στο Γουαντάνεμο. Διαβάσαμε άλλωστε ότι στο Φορντ Μπένινγκ υπάρχει ένα Ινστιτούτο για την εκπαίδευση στρατιωτικών από την Λατινική Αμερική στα βασανιστήρια !!
Δεν θα έπρεπε αλήθεια, στην παγκοσμιοποιημένη σήμερα εποχή μας, να υπάρχει, πριν από κάθε οικονομική ενοποίηση, ένα παγκόσμια υιοθετημένο σύνταγμα, η καταπάτηση του οποίου να επιφέρει την άμεση καθαίρεση των υπόλογων κρατούντων από τις όποιες θέσεις τους;
Αντ’ αυτού η παγκοσμιότητα περιορίζεται στο να εξαθλιώνονται οι Λαοί, ώστε να παράγουν αγαθά με το χαμηλότερο δυνατό κόστος, ενώ κανέναν δεν ενδιαφέρει το ποιος τελικά θα αγοράζει τα όλο και περισσότερα παραγόμενα προϊόντα. Μήπως οι εξαθλιωμένοι εργαζόμενοι; Αγνοούν άλλωστε και τα λόγια του δικού τους Χένρυ Φορντ, ο οποίος έδινε υψηλούς μισθούς στο προσωπικό των εργοστασίων του, λέγοντας στους επικριτές του, πως αυτοί οι εργαζόμενοι θα είναι και οι μελλοντικοί πελάτες του.
Και τι δεν έχουμε δει τελευταία:
Συμπολίτες μας να καταδικάζονται όχι βάσει νόμων που ψήφισαν έστω οι εξαρτώμενοι από την κομματική πειθαρχία εκπρόσωποί μας, αλλά με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου.
Πολίτες που εμπιστεύτηκαν το Κράτος και έκαναν μια συμφωνία με αυτό, αγοράζοντας ομόλογα συγκεκριμένης απόδοσης και χρονικής διάρκειας, έχασαν … με νόμο τα μισά χρήματά τους. Όμως παράλληλα ακούσαμε στα ΜΜΕ, ότι δεν «κουρεύτηκαν» αντίστοιχα τα ομόλογα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ούτε κάποιων offshoreεταιρειών με έδρα εξωτικά νησιά, αλλά ούτε και κάποιου συγγενούς της κας Κλίντον.
Συνταξιούχοι που δούλεψαν στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα και πλήρωναν αυτοί και οι εργοδότες τους επί σειρά ετών υπέρογκες εισφορές στα ταμεία τους, έχασαν μεγάλο μέρος των συντάξεών τους, με νόμο και αυτό.
Από τα ασφαλιστικά ταμεία μας πήρε το Κράτος δισεκατομμύρια (δύο δις μόνο από το ΤΣΜΕΔΕ, το ταμείο των μηχανικών) για να τα δώσει σε ξένους ομολογιούχους.
Οι συμβατικές δηλαδή υποχρεώσεις προς τους εργαζόμενους πολίτες και οι Έλληνες ομολογιούχοι μπήκαν σε δεύτερη μοίρα, αλλά σε πρώτη οι κερδοσκόποι.
Οι μόνοι βέβαια που δεν φέρουν ευθύνη για όλα αυτά είναι οι δικαστικοί λειτουργοί, αφού είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν την ισχύουσα νομοθεσία. Υπεύθυνοι είναι οι πολιτικοί μας για όσα έχουν δημιουργήσει, αλλά και όσοι έχουν ορκιστεί να εξασφαλίζουν την τήρηση του συντάγματος. Αυτοί θα έπρεπε να καταδικαστούν τουλάχιστον για ψευδορκία.
Παράλληλα οι δικαστές μας είναι και υπερφορτωμένοι με άπειρες υποθέσεις καθημερινά. Όμως και αυτό αποτελεί μια μεθόδευση, αφού το να απαιτούνται χρόνια για να τελεσιδικήσουν οι υποθέσεις είναι άλλο ένα κόλπο των ιθυνόντων, που έχουν την δυνατότητα να αποφασίζουν για το ποια περίπτωση είναι υπερεπείγουσα και ποια όχι.
Ποιος άραγε αποφασίζει πότε η κράτηση για προανάκριση μπορεί αντί των νομοθετημένων 18 μηνών να φτάνει σε κάποιον στους 36;
Δικαίωμα άλλωστε κατά το σύνταγμα είναι να επιτρέπεται σε έναν φυλακισμένο να εκφράσει τις απόψεις του, ακόμα και σε έναν δημοσιογράφο. Όμως σε κάποιον που το τόλμησε επιβλήθηκε ποινή στέρησης δικαιωμάτων του, με διάρκεια 2 ετών. Απόλυτα δημοκρατικές διαδικασίες.
Στην εφημερίδα του 1938, διαβάζουμε έναν λίβελο κατά συλληφθέντων κομμουνιστών (με νόμους του Μεταξά) μεταξύ των οποίων και η δασκάλα Αλεξάντρα Κεσσανλή. Ξέρετε ποια ήταν η αντεθνική δράση της; Έδωσε χρήματα σε έρανο για μια απολυθείσα ως αριστερή καθηγήτρια, που δεν είχε να φάει. Η Κεσσανλή φυλακίστηκε βασανίστηκε, απολύθηκε από το δημόσιο, δεν της χορήγησαν διαβατήριο έως το υπόλοιπο της ζωής της (το 1950 περίπου) ενώ μάλλον λόγω πλέον ηλικίας και μόνο δεν εξορίστηκε στη Μακρόνησσο.
Η ακροδεξιά Χ.Α. ως εγκληματική οργάνωση καταπολεμάται από τους κυβερνώντες, τη δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ, τα μέλη της φυλακίζονται προανακριτικά επί μήνες, γίνεται προσπάθεια στέρησης της ασυλίας των βουλευτών της, ακόμα και των βουλευτικών αποζημιώσεών τους. Ως εδώ καλά! Όμως πώς εξηγείται ότι ταυτόχρονα σημαίνον στέλεχος της Κυβέρνησης επισκέπτεται επίσημα την ακροδεξιά εξουσία της Ουκρανίας, συνομιλεί μαζί της και παραβλέπει τους ναζιστικούς χαιρετισμούς, τις εικόνες με την σβάστικα και το έμβλημα δίπλα της δικής μας Χ.Α., αλλά και τις δηλώσεις τους εναντίον των Εβραίων. Πολύ περισσότερα δηλαδή από αυτά για τα οποία διώκονται οι Χρυσαυγίτες στην Ελλάδα. Ειδικά δε για τις απειλές κατά των Εβραίων, που στην Ελλάδα διώκονται με την ειδική νομοθεσία κατά του ρατσισμού.
Δυο μέτρα και δυο σταθμά δηλαδή, όπως το ότι ονομάζουμε τους ελληνόφωνους Χριστιανούς της Τουρκίας Έλληνες, αλλά αποτελεί ποινικό αδίκημα ρατσισμού να ονομάζουμε τους τουρκόφωνους Μωαμεθανούς της Θράκης Τούρκους. Δεν πρέπει να αποφασίσει η εξουσία μας για το τι τελικά ισχύει;
Έτσι όχι μόνο οι νόμοι ψηφίζονται κατά το δοκούν, αλλά και ο σεβασμός τους και η εφαρμογή τους γίνεται κατά περίπτωση. Είναι άλλωστε πολύ χαρακτηριστική η επισήμανση της Ελένης Βλάχου, ότι στην Ελλάδα πρέπει να ψηφιστεί ένας νόμος που να επιβάλει την τήρηση των νόμων. Διότι βλέπαμε στην TV να μας λένε πως ο τάδε εφοπλιστής πηγαίνει σπίτι του περνώντας καθημερινά αντίθετα σε μονόδρομο, χωρίς να εντυπωσιάζεται κανείς, δεδομένου ότι επρόκειτο για κάποιον επώνυμο.
Εντύπωση προκαλεί και ο νόμος περί του τι θεωρείται όπλο. Είναι έτσι διατυπωμένος, που οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί όπλο (ακόμα και άδεια μπουκάλια μπύρας, ακούσαμε στις ειδήσεις) ανάλογα με το σε ποιόν ανήκει. Αυτό σε μια Ελλάδα όπου όλοι οπλοφορούν νόμιμα ή παράνομα πλην του νομοταγούς πολίτη. Αστυνομικοί, στρατιωτικοί, λιμενικοί, βουλευτές, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, μπράβοι, σεκιουριτάδες, επιχειρηματίες, κακοποιοί, παράνομοι αλλοδαποί, τρομοκράτες, συνεργάτες μυστικών υπηρεσιών, όλοι οπλοφορούν. Όλοι εκτός από εμάς, τον νομοταγή Λαουτζίκο.
Δεν είμαι νομικός, αλλά νομίζω ότι σύμφωνα με το διεθνές και το εθνικό μας δίκαιο, κλοπή θεωρείται η αφαίρεση ξένου πράγματος κάποιου, χωρίς την άδειά του, με σκοπό την ιδιοποίηση και τιμωρείται ως έγκλημα από τον Ποινικό Κώδικα. Αν όντως είναι έτσι, τότε η αφαίρεση χρημάτων από ιδιωτικούς λογαριασμούς τραπεζών και από τα αποθεματικά ανεξάρτητων Ταμείων, χωρίς τη σύμφωνο γνώμη των δικαιούχων, αλλά και η μείωση των επικουρικών συντάξεων, τα αποθεματικά των οποίων δεν τους ανήκουν, τι άραγε να είναι;
Κατάσχονται λοιπόν καταθέσεις πολιτών για χρέη προς το Δημόσιο, που συχνά χρωστάει σε αυτούς πολλαπλάσια ποσά. Παράλληλα δεν δέχεται το κράτος τόκους για όσα αυτό χρωστάει στους πολίτες, ενώ τοκίζει προς 28,5 % όσα χρωστούν οι πολίτες σε αυτό. Επιλεκτική δηλαδή δικαιοσύνη.
Όμως ένας αρμόδιος υπουργός είχε τη λύση: «Να ανοίξουν τα στάδια, είπε, για να ασκούνται οι πολίτες και να ξεχνούν την πολιτική».
Λίνος Κουντουράς